Συμβουλευτική
Μεταξύ της συμβουλευτικής και της ψυχοθεραπείας υπάρχουν
πολλά κοινά αλλά και αρκετές διαφορές. Οι διαφορές εξαρτώνται από το πρόβλημα, την
προσέγγιση και τους στόχους για την επίλυση του προβλήματος. Μια από αυτές τις διαφορές
είναι τα κίνητρα και οι συγκρούσεις του ατόμου. Όταν οι συγκρούσεις είναι σε
συνειδητό επίπεδο, δηλαδή όταν κάποιος γνωρίζει το πρόβλημα του, αντιμετωπίζεται
ευκολότερα μέσω συμβουλευτικής. Κάποιες φορές η διαταραχή δεν είναι σε συνειδητό επίπεδο και το άτομο δεν
γνωρίζει το κίνητρο της συμπεριφοράς του ή του συναισθήματος του. Για
παράδειγμα, όταν αισθάνεται ανεξήγητη λύπη ή ξεσπάει με υπερβολικό θυμό το
πρόβλημα αντιμετωπίζεται με ψυχοθεραπεία. Σημαντικό ρόλο στην επίλυση των
προβλημάτων έχει η γνώση και η εξειδίκευση
του θεραπευτή.
Η συμβουλευτική συνήθως επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα που μπορεί να προκύψει σε μία περίοδο της ζωής του ατόμου και να δοκιμάσει σοβαρά τις προσαρμοστικές του ικανότητες. Το άτομο, το ζευγάρι ή η οικογένεια που θα επισκεφτούν τον σύμβουλο έχουν την δυνατότητα μέσω διαλόγου να διερευνήσουν, να επεξεργαστούν και να βρουν λύση για το συγκεκριμένο πρόβλημα που τους απασχολεί. Για παράδειγμα, ο έφηβος που διακατέχεται από υπερβολικό άγχος σε περίοδο εξετάσεων θα μάθει πως να διαχειρίζεται το άγχος του, οι γονείς πως θα προσεγγίσουν το παιδί τους και το ζευγάρι πως θα βελτιώσει την μεταξύ τους επικοινωνία. Ο διάλογος με τον σύμβουλο, δίνει στα άτομα την ευκαιρία να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους γύρω από τον εαυτό τους και να δώσουν λύση στο πρόβλημα τους. Η πορεία της συμβουλευτικής είναι συχνά μικρότερης διάρκειας από τη πορεία της ψυχοθεραπείας. Η αναζήτηση λύσης τους βοηθά να ανακαλύψουν ότι έχουν την δυνατότητα να παραμερίσουν τα εμπόδια που δυσλειτουργούν και να ανοίξουν δρόμο για λειτουργικότερο τρόπο ζωής.
Συμβουλευτική Ζεύγους
Η διαφορά της συμβουλευτικής ζεύγους από την οικογενειακή θεραπεία είναι ότι επικεντρώνεται στα προβλήματα σχέσης του ζευγαριού και όχι στα προβλήματα των παιδιών όπως γίνεται με την οικογενειακή θεραπεία. Τα τελευταία χρόνια, λόγω αλλαγών των κοινωνικών δομών είναι αποδεκτό το ζευγάρι να ζει μαζί και να επισκέπτεται τον θεραπευτή γάμου από κοινού είτε είναι παντρεμένο είτε όχι. Ο θεραπευτής γάμου ονομάζεται θεραπευτής ζεύγους.
Όταν δύο άτομα αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές τους δημιουργούν μια κοινή πορεία. Με τον καιρό μπορεί να προκύψουν προβλήματα που το ζευγάρι καλείται να διαχειριστεί και να κάνει τις αλλαγές που θα του επιτρέψει να ζει αρμονικά. Ένα από τα προβλήματα που συνήθως προκύπτουν, είναι όταν ο ένας απομακρύνεται αμυνόμενος και ο άλλος επιδιώκει την επαφή. Το άτομο που επιδιώκει την επαφή κατηγορεί και ρίχνει το φταίξιμο σε εκείνον που απομακρύνεται. Οι ρόλοι συνήθως εναλλάσσονται ανάλογα με τον τρόπο που ο καθένας καλύπτει τις συναισθηματικές του ανάγκες. Για παράδειγμα, η γυναίκα όταν αισθάνεται συναισθηματικά φορτισμένη προσεγγίζει τον άντρα της και αυτό που επιδιώκει είναι να την ακούσει, να την καταλάβει και να συμπάσχει με τα συναισθήματα της. Ο άντρας μπορεί να προσεγγίσει την γυναίκα του σεξουαλικά και μέσω της σωματικής της παρουσίας και του αγγίγματος της, να ανακουφιστεί από την συναισθηματική του αγωνία. Και οι δυο έχουν ανάγκη να καλύψουν το άγχος τους με τον σύντροφο τους αλλά ο τρόπος προσέγγισης του καθενός είναι αντίθετος με τις προσδοκίες του άλλου. Οι αφορμές των συγκρούσεων μεταξύ των ζευγαριών ποικίλουν. Το κοινό τους γνώρισμα είναι η συνεχώς αυξανόμενη συναισθηματική φόρτιση. Εάν το ζευγάρι δεν προσπαθήσει να καταλάβει τι συμβαίνει στη σχέση, τι σημαίνουν αυτές οι συγκρούσεις και από που προέρχεται ο εγκλωβισμός που αισθάνονται, τότε η αποξένωση και η απομάκρυνση είναι αναπόφευκτες.
Η ανάγκη του ατόμου να γεμίσει το συναισθηματικό του άδειασμα το κάνει πολλές φορές να στραφεί προς τον σύντροφο του και να περιμένει από εκείνον να του καλύψει το κενό. Το συναισθηματικό άδειασμα είναι πανανθρώπινο. Δεν ανήκω, δεν είμαι σημαντικός, δεν ενδιαφέρονται για μένα, είμαι αποτυχημένος, αισθάνομαι μοναξιά, λύπη, ντροπή. Τα άτομα διαφέρουν ως προς τον βαθμό, την έκφραση και την συχνότητα αυτών των συναισθημάτων. Όταν ανακαλύψουν ότι τα αρνητικά συναισθήματα που αισθάνονται θα υπήρχαν ακόμα και αν δεν ήταν με τον σύντροφο τους, αλλάζουν οπτική γωνία. Διερευνούν από που πηγάζουν, τι σημαίνουν και πως μπορούν οι ίδιοι να γεμίσουν το κενό τους χωρίς να απαιτούν να τους το γεμίσουν οι άλλοι. Μέσα από την διαδικασία της αναζήτησης, το ζευγάρι μαθαίνει ότι υπάρχουν κοινά συναισθήματα που τα βιώνουν με διαφορετικό τρόπο. Μεταξύ τους δημιουργείται ένα συναισθηματικό κλίμα που τους επιτρέπει να εκφραστούν, να αποδεχτούν τον εαυτό τους και να επιτρέψουν το ίδιο και στο σύντροφο τους.
Όλα τα ζευγάρια κατά καιρούς αντιμετωπίζουν απογοήτευση, παρεξήγηση, ψυχικό πόνο. Το πως θα ξεπεράσουν τις δύσκολες καταστάσεις εξαρτάται από το συναίσθημα του αυτοσεβασμού που έχει ο καθένας, ο τρόπος που το εκφράζει, τις απαιτήσεις που έχει ο ένας από τον άλλον και ο τρόπος που συμπεριφέρονται μεταξύ τους ως αποτέλεσμα αυτών των απαιτήσεων. Η αγάπη είναι συναίσθημα. Έρχεται χωρίς αιτία. Ο γάμος ως συνήθως ξεκινάει με αυτό το συναίσθημα. Το πώς θα συνεχιστεί και θα ωριμάσει θα εξαρτηθεί και θα κριθεί από την καθημερινότητα και τις προσδοκίες που έχει ο ένας για τον άλλον. Υπάρχουν ζευγάρια που ενώ η σχέση τους ξεκίνησε με συναισθήματα αγάπης, στην πορεία εξελίχτηκε σε θυμό, απόγνωση και μπερδεμένα συναισθήματα. Όταν θέλησαν να βοηθηθούν για να καταλάβουν τι τους συμβαίνει, η αγάπη ήταν και πάλι παρούσα. Είναι όμως και ζευγάρια που ανέχτηκαν πολύ πόνο και απομακρύνθηκαν τόσο ο ένας από τον άλλον που η αγάπη είναι ανύπαρκτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ζευγάρι ίσως επιλέξει να προχωρήσει χωριστά, χρησιμοποιώντας την εμπειρία της σχέσης ως πυξίδα για να εμπλουτίσει ο καθένας τις γνώσεις του και να μάθει περισσότερα για τον εαυτό του.
Η συμβουλευτική συνήθως επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα που μπορεί να προκύψει σε μία περίοδο της ζωής του ατόμου και να δοκιμάσει σοβαρά τις προσαρμοστικές του ικανότητες. Το άτομο, το ζευγάρι ή η οικογένεια που θα επισκεφτούν τον σύμβουλο έχουν την δυνατότητα μέσω διαλόγου να διερευνήσουν, να επεξεργαστούν και να βρουν λύση για το συγκεκριμένο πρόβλημα που τους απασχολεί. Για παράδειγμα, ο έφηβος που διακατέχεται από υπερβολικό άγχος σε περίοδο εξετάσεων θα μάθει πως να διαχειρίζεται το άγχος του, οι γονείς πως θα προσεγγίσουν το παιδί τους και το ζευγάρι πως θα βελτιώσει την μεταξύ τους επικοινωνία. Ο διάλογος με τον σύμβουλο, δίνει στα άτομα την ευκαιρία να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους γύρω από τον εαυτό τους και να δώσουν λύση στο πρόβλημα τους. Η πορεία της συμβουλευτικής είναι συχνά μικρότερης διάρκειας από τη πορεία της ψυχοθεραπείας. Η αναζήτηση λύσης τους βοηθά να ανακαλύψουν ότι έχουν την δυνατότητα να παραμερίσουν τα εμπόδια που δυσλειτουργούν και να ανοίξουν δρόμο για λειτουργικότερο τρόπο ζωής.
Συμβουλευτική Ζεύγους
Η διαφορά της συμβουλευτικής ζεύγους από την οικογενειακή θεραπεία είναι ότι επικεντρώνεται στα προβλήματα σχέσης του ζευγαριού και όχι στα προβλήματα των παιδιών όπως γίνεται με την οικογενειακή θεραπεία. Τα τελευταία χρόνια, λόγω αλλαγών των κοινωνικών δομών είναι αποδεκτό το ζευγάρι να ζει μαζί και να επισκέπτεται τον θεραπευτή γάμου από κοινού είτε είναι παντρεμένο είτε όχι. Ο θεραπευτής γάμου ονομάζεται θεραπευτής ζεύγους.
Όταν δύο άτομα αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές τους δημιουργούν μια κοινή πορεία. Με τον καιρό μπορεί να προκύψουν προβλήματα που το ζευγάρι καλείται να διαχειριστεί και να κάνει τις αλλαγές που θα του επιτρέψει να ζει αρμονικά. Ένα από τα προβλήματα που συνήθως προκύπτουν, είναι όταν ο ένας απομακρύνεται αμυνόμενος και ο άλλος επιδιώκει την επαφή. Το άτομο που επιδιώκει την επαφή κατηγορεί και ρίχνει το φταίξιμο σε εκείνον που απομακρύνεται. Οι ρόλοι συνήθως εναλλάσσονται ανάλογα με τον τρόπο που ο καθένας καλύπτει τις συναισθηματικές του ανάγκες. Για παράδειγμα, η γυναίκα όταν αισθάνεται συναισθηματικά φορτισμένη προσεγγίζει τον άντρα της και αυτό που επιδιώκει είναι να την ακούσει, να την καταλάβει και να συμπάσχει με τα συναισθήματα της. Ο άντρας μπορεί να προσεγγίσει την γυναίκα του σεξουαλικά και μέσω της σωματικής της παρουσίας και του αγγίγματος της, να ανακουφιστεί από την συναισθηματική του αγωνία. Και οι δυο έχουν ανάγκη να καλύψουν το άγχος τους με τον σύντροφο τους αλλά ο τρόπος προσέγγισης του καθενός είναι αντίθετος με τις προσδοκίες του άλλου. Οι αφορμές των συγκρούσεων μεταξύ των ζευγαριών ποικίλουν. Το κοινό τους γνώρισμα είναι η συνεχώς αυξανόμενη συναισθηματική φόρτιση. Εάν το ζευγάρι δεν προσπαθήσει να καταλάβει τι συμβαίνει στη σχέση, τι σημαίνουν αυτές οι συγκρούσεις και από που προέρχεται ο εγκλωβισμός που αισθάνονται, τότε η αποξένωση και η απομάκρυνση είναι αναπόφευκτες.
Η ανάγκη του ατόμου να γεμίσει το συναισθηματικό του άδειασμα το κάνει πολλές φορές να στραφεί προς τον σύντροφο του και να περιμένει από εκείνον να του καλύψει το κενό. Το συναισθηματικό άδειασμα είναι πανανθρώπινο. Δεν ανήκω, δεν είμαι σημαντικός, δεν ενδιαφέρονται για μένα, είμαι αποτυχημένος, αισθάνομαι μοναξιά, λύπη, ντροπή. Τα άτομα διαφέρουν ως προς τον βαθμό, την έκφραση και την συχνότητα αυτών των συναισθημάτων. Όταν ανακαλύψουν ότι τα αρνητικά συναισθήματα που αισθάνονται θα υπήρχαν ακόμα και αν δεν ήταν με τον σύντροφο τους, αλλάζουν οπτική γωνία. Διερευνούν από που πηγάζουν, τι σημαίνουν και πως μπορούν οι ίδιοι να γεμίσουν το κενό τους χωρίς να απαιτούν να τους το γεμίσουν οι άλλοι. Μέσα από την διαδικασία της αναζήτησης, το ζευγάρι μαθαίνει ότι υπάρχουν κοινά συναισθήματα που τα βιώνουν με διαφορετικό τρόπο. Μεταξύ τους δημιουργείται ένα συναισθηματικό κλίμα που τους επιτρέπει να εκφραστούν, να αποδεχτούν τον εαυτό τους και να επιτρέψουν το ίδιο και στο σύντροφο τους.
Όλα τα ζευγάρια κατά καιρούς αντιμετωπίζουν απογοήτευση, παρεξήγηση, ψυχικό πόνο. Το πως θα ξεπεράσουν τις δύσκολες καταστάσεις εξαρτάται από το συναίσθημα του αυτοσεβασμού που έχει ο καθένας, ο τρόπος που το εκφράζει, τις απαιτήσεις που έχει ο ένας από τον άλλον και ο τρόπος που συμπεριφέρονται μεταξύ τους ως αποτέλεσμα αυτών των απαιτήσεων. Η αγάπη είναι συναίσθημα. Έρχεται χωρίς αιτία. Ο γάμος ως συνήθως ξεκινάει με αυτό το συναίσθημα. Το πώς θα συνεχιστεί και θα ωριμάσει θα εξαρτηθεί και θα κριθεί από την καθημερινότητα και τις προσδοκίες που έχει ο ένας για τον άλλον. Υπάρχουν ζευγάρια που ενώ η σχέση τους ξεκίνησε με συναισθήματα αγάπης, στην πορεία εξελίχτηκε σε θυμό, απόγνωση και μπερδεμένα συναισθήματα. Όταν θέλησαν να βοηθηθούν για να καταλάβουν τι τους συμβαίνει, η αγάπη ήταν και πάλι παρούσα. Είναι όμως και ζευγάρια που ανέχτηκαν πολύ πόνο και απομακρύνθηκαν τόσο ο ένας από τον άλλον που η αγάπη είναι ανύπαρκτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ζευγάρι ίσως επιλέξει να προχωρήσει χωριστά, χρησιμοποιώντας την εμπειρία της σχέσης ως πυξίδα για να εμπλουτίσει ο καθένας τις γνώσεις του και να μάθει περισσότερα για τον εαυτό του.